- Ιαίνω = δροσίζω και θερμαίνω ↔ iatrochemistry, Jason
- ιαλεμίζω = θρηνώ ↔ lament
- ιάπτω = πλήττω ↔ iambic
- ιαύω = διανυκτερεύω ↔ aula
- ίδη = ξύλο, δάσος ↔ savage
- ίδος = ιδρώτας ↔ sweat
- ικμάς = υγρασία ↔ Seine (Σηκουάνας)
- ίκω = φθάνω, αγγίζω, χτυπώ ↔ ictus
- ιλάσκομαι = καταπραΰνω ↔ solace
- ίλεως = ευμενής ↔ solace
- ίλημι = είμαι ευμενής ↔ hilarious
- ινάω = κοιλαίνω ↔ insinuate
- ίνις = τέκνο ↔ swain
- ιξύς = μέση ↔ sciatica
- ιπνός / ικνός = φούρνος ↔ igneous
- ίσκω = υποθέτω, εξομοιώνω ↔ eicastic
- ίσχω = αναχαιτίζω ↔ violence
- ιταλός = νεαρό μοσχάρι ↔ veal
- ίτυλος = νέος ↔ vellum
- ίτυς = χείλος, κύκλος ↔ iridescence
- ιύζω = κραυγάζω ↔ jeopardy
- ίφι ( = ισχυρώς) ↔ violate
- ιψ = σκουλήκι του ξύλου ↔ Ipomoea